μετέωροι

μετέωροι
μετέωρος
raised from off the ground
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μηχανή — I Με γενική έννοια μ. είναι κάθε διάταξη κατάλληλη να εκμεταλλεύεται μια ορισμένη μορφή ενέργειας για να επιτελέσει ένα έργο ή για να τη μετατρέψει σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Οι μ. που συνήθως ονομάζονται απλές (μοχλός, σκοινί, κεκλιμένο… …   Dictionary of Greek

  • οχετός — ο (Α ὀχετός) αυλάκι ή υπόγεια σήραγγα κατάλληλη για τη μεταφορά τού νερού από ένα σημείο σε άλλο νεοελλ. 1. υπόγειος αγωγός ή σήραγγα απαγωγής αποβλήτων 2. βόθρος 3. μτφ. (για πρόσ.) αυτός που εκστομίζει ακατάσχετα βωμολοχίες αρχ. 1. δερμάτινος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”